Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Raymond Thornton Chandler - Ο Μεγάλος Ύπνος

O Ρέημοντ Τσάντλερ , (1888 – 1959) ήταν Αμερικανός συγγραφέας, περισσότερο γνωστός για τα αστυνομικά του διηγήματα και μυθιστορήματα.

«Πατέρας» της πιο γνωστής ίσως αστυνομικής φιγούρας, του ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου , θεωρείται από τους θεμελιωτές του είδους στην Αμερική, και δημιουργός - μαζί με τον Ντάσιελ Χάμετ και τον Τζέημς Κέιν - της λεγόμενης σκληρής (hard-boiled) αστυνομικής ιστορίας.

Έγραψε 7 μυθιστορήματα στη διάρκεια της ζωής του, με γνωστότερο τον «Μεγάλο ύπνο» ("The Big Sleep"), και δεκάδες διηγήματα.

Το μυθιστόρημά του «Ο μεγάλος αποχαιρετισμός» ("The Long Goodbye") βραβεύτηκε με το Βραβείο Έντγκαρ για το καλύτερο μυθιστόρημα του 1953. Πολλά από αυτά διασκευάστηκαν για τον κινηματογράφο.


Βρισκόμαστε στο Λος Άντζελες, την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Στην πόλη των Αγγέλων ζει ένας πάμπλουτος ηλικιωμένος στρατηγός μαζί με τις δυο… ανήσυχες κόρες του, που διανύουν την κρίσιμη και ευαίσθητη ηλικία των είκοσι ετών.

«Ήταν περίπου έντεκα η ώρα το πρωί, μέσα του Οκτώβρη, ο ήλιος μουντός και πάνω απ' την καθαρή κορυφογραμμή ο μολυβί ουρανός υποσχόταν γερή βροχή. Φορούσα το ανοιχτό μπλε κοστούμι μου, σκούρο μπλε πουκάμισο, γραβάτα και μαντηλάκι στο πέτο, μαύρα σκληρά παπούτσια και μαύρες μάλλινες σκωτσέζικες κάλτσες. Ήμουν κομψός, καθαρός, ξυρισμένος και νηφάλιος και δεν έδινα δεκάρα αν το καταλάβαινε κανείς αυτό. Ήμουν όπως ακριβώς ένα καλοντυμένος ιδιωτικός ντετέκτιβ όφειλε να είναι. Έτοιμος να συναντήσω τέσσερα εκατομμύρια δολάρια».

Ο Φίλιπ Μάρλοου, ο πιο κουλ ντετέκτιβ όλων των εποχών, ταυτισμένος για πολλούς με το πρόσωπο του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ που πολύ νωρίς τον υποδύθηκε στην ομώνυμη ταινία (1946), είναι έξυπνος, είρων, πεισματάρης, έντιμος και, προϊόντος του χρόνου, όλο και πιο θλιμμένος.

Στην ηλικία του Ιησού στο σταυρό, ανύπαντρος επειδή δεν του αρέσουν οι γυναίκες των αστυνομικών και εκ πεποιθήσεως απείθαρχος, ο Μάρλοου καλείται να λύσει μια υπόθεση εκβιασμού που ταλαιπωρεί τον στρατηγό Στέρνγουντ και αφορά τη μία από τις κόρες του - την οποία ο Μάρλοου έχει δει πριν ακόμη συναντήσει τον πελάτη του. Σε εκείνη τον έχουν εντυπωσιάσει τα κοφτερά δοντάκια της σαν του αρπακτικού, «λευκά σαν φρέσκια ψίχα πορτοκαλιού και γυαλιστερά σαν πορσελάνη», το παίξιμο των βλεφαρίδων της, που υποτίθεται θα κάνει τον Μάρλοου να πέσει ανάσκελα και να κουνάει τα τέσσερα πόδια στον αέρα, το νάζι με το οποίο βυζαίνει τον αντίχειρά της και τα κενά της μάτια.

Ο γέρος στρατηγός ξέρει πολύ καλά ότι οι δύο κόρες του «έχουν την ηθική γάτας» και ότι εφόσον «τις έκανε στα πενήντα πέντε του καλά να πάθει». Αυτό δεν τον εμποδίζει, ωστόσο, να θέλει να συγκαλύψει τα σκάνδαλά τους.

Στα χέρια του στρατηγού, φτάνει ένα γράμμα το οποίο τον πληροφορεί ότι η μεγάλη του κόρη έχει ένα χρέος στο καζίνο της περιοχής, η άλλη εικονίζεται να ποζάρει γυμνή σε μια φωτογραφία την ώρα που ο άντρας της πρώτης εξαφανίζεται.

«Κανένας από τους δύο ανθρώπους που βρίσκονταν μέσα στο δωμάτιο δεν έδωσε σημασία στον τρόπο που μπήκα, παρότι μόνο ο ένας ήταν νεκρός».

Αναλαμβάνοντας μια φαινομενικά εύκολη υπόθεση εκβιασμού ο δαιμόνιος ντετέκτιβ έρχεται αντιμέτωπος με μια σειρά από αλλεπάλληλα εγκλήματα, με τις αρπακτικές σεξουαλικές επιθυμίες που εκδηλώνουν αδίστακτα οι κόρες του στρατηγού, με απόπειρες δωροδοκίας κι όλα αυτά αναμειγνύονται αριστοτεχνικά με στρατηγούς λαθρέμπορους, με κυρίες της καλής κοινωνίας που σχετίζονται με αρχιτζογαδόρους, με αναμνηστικές φωτογραφίες και πτώματα που δεν είναι και τόσο νεκρά, με μυστηριώδεις συγκάτοικους και μισάνοιχτες πόρτες, συνθέτοντας ένα καλοτυλιγμένο κουβάρι που βυθίζει τον αναγνώστη στον «Μεγάλο Ύπνο».

Η έρευνα του Μάρλοου, για είκοσι πέντε δολάρια την ημέρα συν τα έξοδά του, σε μια χώρα που η μεγάλη αδελφή περιγράφει ως «σάπια, γεμάτη εγκληματίες» και όπου φάκελο έχουν μόνον όσοι τους λείπουν οι κατάλληλες γνωριμίες, θα τον οδηγήσει στην άλλη όψη της λάμψης και της χλιδής, στην πορνογραφία, τα ναρκωτικά, τους προστάτες και στη σκοτεινή όψη της ομορφιάς, την απόλυτη αλλοτρίωση, τον αρρωστημένο ναρκισσισμό, την εξάρτηση, την εμμονή, την ψύχωση.

«O μεγάλος ύπνος ξεκινά με την πιο αγαπημένη μου παράγραφο σε ολόκληρη την αστυνομική λογοτεχνία και συνεχίζει έτσι μέχρι τον υπέροχα γραμμένο επίλογο. Ήταν ένα από τα πρώτα αστυνομικά μυθιστορήματα που διάβασα, και εξακολουθεί να είναι ένα από τα καλύτερα» λέει ο «έτερος Καππαδόκης» της αστυνομικής λογοτεχνίας, Ίαν Ράνκιν, για τον αγαπημένο του Ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου