Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Gunter Grass - Το Τενεκεδένιο Ταμπούρλο

Γερμανός ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, γλύπτης και γραφίστας, η φωνή της μεταπολεμικής Γερμανίας, όπως αποκαλείται. Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της γερμανόφωνης λογοτεχνίας, βραβευμένος με Νόμπελ το 1999.

Ο Γκίντερ Γκρας (Gunter Grass) γεννήθηκε στο Ντάντσιχ (σημερινό Γκντανσκ της Πολωνίας) στις 16 Οκτωβρίου του 1927 από γερμανό πατέρα και πολωνή μητέρα. Μαθητής Γυμνασίου τη δεκαετία του ’30 εισέρχεται στη νεολαία του Ναζιστικού Κόμματος. Στρατεύεται στα 16 του και τραυματίζεται σε μάχη το 1945, λίγο πριν από την παράδοση του Γ’ Ράιχ.

Μετά το τέλος του πολέμου εργάστηκε για τα προς το ζην ως αγρότης και ανθρακωρύχος, σπουδάζοντας παράλληλα καλές τέχνες. Πολυσύνθετο ταλέντο, ασχολήθηκε με τη γλυπτική και τη γραφιστική, προτού κάνει την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα το 1956, τυπώνοντας ο ίδιος την παρθενική του ποιητική συλλογή.

Παγκόσμια γνωστός έγινε το 1959 με το μυθιστόρημά του «Το τενεκεδένιο Ταμπούρλο» (εκδ. Οδυσσέας), ένα σατιρικό πανόραμα της γερμανικής πραγματικότητας στο πρώτο ήμισυ του αιώνα μας, που έγινε και κινηματογραφική ταινία από τον συμπατριώτη του Φόλκερ Σλέντορφ. Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Γάτα και Ποντίκι» (εκδ. Διογένης) και «Σκυλίσια Χρόνια» (εκδ. Διογένης), που συμπλήρωσαν την «Τριλογία του Ντάτσιχ», με την οποία εδραίωσε τη φήμη του.

Βαθύτατα πολιτικοποιημένος, ο Γκύντερ Γκρας αναμίχθηκε έντονα στη γερμανική πολιτική τη δεκαετία του ’60 υπό τη σημαία των σοσιαλδημοκρατών του Βίλι Μπραντ. Από τότε έχει δημοσιεύσει πολλά δοκίμια και λόγους, ονειρευόμενος μία Γερμανία χωρίς φανατισμούς και ολοκληρωτικές ιδεολογίες. Αντιτάχθηκε σθεναρά στους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία το 1999, όπως και στην αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003.

Στην Ελλάδα είναι αρκετά γνωστός, καθώς πολλά έργα του βρίσκονται στα ράφια των βιβλιοπωλείων, ενώ άρθρα με την υπογραφή του βρίσκονται συχνά στις στήλες των ελληνικών εφημερίδων. Εκτός από την «Τριλογία του Ντάντσιχ», στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του: «Η Πρόβα της εξέγερσης των Πληβείων» (εκδ. Δωδώνη), «Ο κατακλυσμός» (εκδ. Δωδώνη), «Ο Μπουτ το Ψάρι» (εκδ. Οδυσσέας), «Ένα Ευρύ Πεδίο» (εκδ. Οδυσσέας ) και «Δυσοίωνα Κοάσματα» (εκδ. Οδυσσέας).

Το 1999 γίνεται ο έβδομος γερμανός, που βραβεύεται με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το δοκίμιο «Ο αιώνας μου» (εκδ. Οδυσσέας), μια ματιά στην ιστορία του 20ου αιώνα που φεύγει και το 2002 το μυθιστόρημά του «Σαν τον κάβουρα», που θίγει ένα θέμα ταμπού για τους γερμανούς: Τη βύθιση από ρωσικό υποβρύχιο του μεταγωγικού «Βίλχελμ Γκούστλοφ», που μετέφερε γερμανούς στρατιώτες πίσω στην πατρίδα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στις 12 Αυγούστου 2006, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ» (FAZ), που ήταν αφιερωμένη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Ξεφλουδίζοντας το κρεμμύδι», αποκάλυψε ότι στα δεκαεφτά του, υπηρέτησε για διάστημα μικρότερο των δύο μηνών στα ναζιστικά Waffen-SS. Μέχρι τότε ήταν γνωστό ότι στη διάρκεια του πολέμου είχε υπηρετήσει στην αντιαεροπορική άμυνα. Πάντως, ο Γκρας διευκρίνισε ότι στο διάστημα αυτό δε συμμετείχε σε καμία εγκληματική δράση και δεν έριξε καμία σφαίρα. Η αποκάλυψη αυτή για το παρελθόν του προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις ορισμένων ιστορικών και δημοσιογράφων, αλλά και και την υποστήριξη μεγάλης μερίδας του λογοτεχνικού κόσμου.

Στις 26 Μαΐου 2012 δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» το ποίημα του «Η ντροπή της Ευρώπης», αφιερωμένο στην Ελλάδα των μνημονίων.

Ο Γκίντερ Γκρας πέθανε στις 13 Απριλίου 2015 στο Λίμπεκ της Γερμανίας, σε ηλικία 87 ετών.

Η ντροπή της Ευρώπης

Στο χάος κοντά, γιατί δεν συμμορφώθηκε στις αγορές· κι Εσύ μακριά από τη Χώρα, που
Σου χάρισε το λίκνο.

Οσα Εσύ με την ψυχή ζήτησες και νόμισες πως βρήκες, τώρα θα καταλυθούν, και θα
εκτιμηθούν σαν σκουριασμένα παλιοσίδερα.

Σαν οφειλέτης διαπομπευμένος και γυμνός, υποφέρει μια Χώρα· κι Εσύ, αντί για το 
ευχαριστώ που της οφείλεις, προσφέρεις λόγια κενά.

Καταδικασμένη σε φτώχεια η Χώρα αυτή, που ο πλούτος της κοσμεί Μουσεία: η λεία
που Εσύ φυλάττεις.

Αυτοί που με τη δύναμη των όπλων είχαν επιτεθεί στη Χώρα την ευλογημένη με νησιά,
τον στρατιωτικό τους σάκο κουβαλούσαν τον Χέλντερλιν.

Ελάχιστα αποδεκτή Χώρα, όμως οι πραξικοπηματίες της, κάποτε, από Εσένα,
ως σύμμαχοι έγιναν αποδεκτοί.

Χώρα χωρίς δικαιώματα, που η ισχυρογνώμονη εξουσία ολοένα και περισσότερο της
σφίγγει το ζωνάρι.

Σ' Εσένα αντιστέκεται φορώντας μαύρα η Αντιγόνη, και σ' όλη τη Χώρα πένθος
τύνεται ο λαός, που Εσένα φιλοξένησε.

Το Τενεκεδένιο Ταμπούρλο

Το «Τενεκεδένιο Ταμπούρλο» ουσιαστικά είναι το έργο που χάρισε στον Γκύντερ Γκρας, με 40 χρόνια καθυστέρηση, το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τότε το έργο δέχτηκε στη Γερμανία τη σφοδρή επίθεση μεγάλου μέρους κριτικής αλλά και της καθολικής εκκλησίας, που το χαρακτήρισαν βλάσφημο, ανήθικο, εμετικό, πορνό. Αλλά ενώ στη Γερμανία υπήρξε αντικείμενο έντονων αντιδράσεων, στο εξωτερικό ξεσήκωσε τον ενθουσιασμό κριτικής και κοινού. Πού οφείλονται άραγε οι αντικρουόμενες αυτές αντιδράσεις; Τι είναι αυτό το βιβλίο; Είναι η ιστορία του Όσκαρ Ματσεράτ που, μετά από μια ταραχώδη ζωή, καταλήγει στο ψυχιατρείο και αποφασίζει με τη βοήθεια του τύμπανού του να ανακαλέσει στη μνήμη τη ζωή του, μια ζωή άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της Γερμανίας, στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Μέχρι τα 18 του χρόνια, ο Όσκαρ αρνείται να μεγαλώσει, διατηρώντας το ύψος τρίχρονου παιδιού, από μίσος στον πατέρα ή μάλλον στους πατέρες του και στο φυσιολογικό κόσμο που τον περιβάλλει. Η απέχθεια απέναντι στο δαιμονικό, παράφρονα, άθλιο, σκληρό και απάνθρωπο αυτόν κόσμο τρέφει την παραμόρφωσή του, δίνει μορφή στην οργή του, διαμορφώνει την υαλοκτόνο φωνή του. Ο Όσκαρ -αυτός ο παρανοϊκός νάνος- είναι ένας μοναδικός καθρέφτης της εποχής του ναζισμού και των «απλών ανθρώπων» που τον εξέθρεψαν, καθώς και της εποχής του γερμανικού «οικονομικού θαύματος».

Η πολιτική μεταφορά του Γκρας είναι μεγαλειώδης: όπως δεν μεγαλώνει ο Όσκαρ έτσι δεν ενηλικιώνεται και η κοινωνία στην οποία ζει. Ο συγγραφέας επιχειρεί και επιτυγχάνει τον ευφυέστερο και δυσκολότερο συνδυασμό: τη σαρκαστική ανάκληση του παρελθόντος με την πικρή και μακάβρια ανάγνωση του παρόντος. Γι' αυτό άλλωστε το βιβλίο δεν μας λέει μόνο τι ήταν η Γερμανία της χιτλερικής εποχής και του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος, αλλά συνιστά και ένα υπερμεγεθυσμένο ηθικό σχόλιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της μικροαστικής ηθικής μέσα από την οποία ξεπήδησε το χιτλερικό άγος. Και σαν όλα τα μεγάλα έργα αυτού του είδους, όπως το καλλιέργησαν ο Στερν, ο Ραμπελέ και ο Τζόναθαν Σουίφτ, προκαλεί σαρκαστικά γέλια και ταυτοχρόνως ξύνει πληγές. Δεν είναι περιττό να πούμε ότι το χειμαρρώδες αυτό μυθιστόρημα διαβάζεται σχεδόν απνευστί. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου