Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Τόμας Μαν - Το Μαγικό Βουνό

Ο Τόμας Μαν στρέφεται προς την αισθητική και συμβολική αποτύπωση του τέλους μιας εποχής και υποσκάπτει ειρωνικά τις αστικές αξίες.

Το Μαγικό Βουνό (1924) είναι μια αλληγορική περιγραφή της αστικής τάξης, της φιλοσοφίας και της αισθητικής της, και ήρωάς του είναι ένας νεαρός αστός που επισκέπτεται τον ξάδελφό του στο σανατόριο. . Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ένας νεαρός μηχανικός, ο Χανς Κάστορπ, από την αστική τάξη του Αμβούργου και με «στρωμένη» ζωή, ταξιδεύει σε ένα σανατόριο στο Νταβός, κοντά στις ελβετικές Άλπεις, με σκοπό να επισκεφτεί τον ξάδερφό του Γιοάχιμ που πάσχει από φυματίωση.

Κι ενώ η επίσκεψή του είναι προγραμματισμένη να διαρκέσει 3 εβδομάδες, ο Χανς Κάστορπ, με αφορμή μια εμπύρετη αδιαθεσία και παρασυρόμενος από τη ζωή και την ατμόσφαιρα των «εκεί πάνω», παραμένει στο σανατόριο Μπέργκχοφ, που διευθύνει ο εκκεντρικός αυλικός σύμβουλος Μπέρενς, επτά ολόκληρα χρόνια (αφορμή για τη συγγραφή στάθηκε η πραγματική διαμονή του συγγραφέα σε ένα παρόμοιο σανατόριο το 1914, όπου είχε πάει για να επισκεφτεί τη σύζυγό του).

Η αυστηρή κανονικότητα του ωρολογίου προγράμματος, η απομάκρυνση από τις έγνοιες της καθημερινής ζωής, η συναρπαστική συναναστροφή με τους υπόλοιπους τρόφιμους και το ξύπνημα του ερωτικού πόθου μέσα από την εγγενή σχέση που ο τελευταίος παρουσιάζει με την ασθένεια, έχουν ως αποτέλεσμα να εξυψωθεί ο πρωταγωνιστής σε υψηλότερες διανοητικές και αισθητικές σφαίρες διερευνώντας ο ίδιος προσωπικά το νόημα της ζωής. Αυτός ο υψιπέτης μικρόκοσμος όμως θα τον ωθήσει να απολέσει κάθε νοσταλγία και ανάγκη επιστροφής στον έξω κόσμο, χαμένος για χρόνια σε μια οιονεί χώρα των λωτοφάγων.

Το έργο είναι ένα ειρωνικό παιγνίδι του συγγραφέα με το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος μαθητείας, του κατ’ εξοχήν γερμανικού λογοτεχνικού είδους, πατέρας του οποίου θεωρείται ο Γκαίτε με Τα χρόνια της μαθητείας του Γουλιέλμου Μάιστερ.

Παρ’ όλο που οι ενθικοσοσιαλιστές του Χίτλερ το είχαν χαρακτηρίσει ως έπαινο της παρακμής δεν το απαγόρευσαν ούτε όταν, αποστασιοποιημένος πλήρως από τους ναζί, ο Τόμας Μαν εγκατέλειψε την Γερμανία, λίγο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. 

Το Μαγικό βουνό (1924) είναι ένα βιβλίο που «ξεπέρασε τα όρια που είχε θέσει ο συγγραφέας του τόσο από την άποψη της έκτασης όσο και από την άποψη του πνεύματος». Αυτή την κρίση διατύπωσε ο νομπελίστας Τόμας Μαν για το άνω των χιλίων σελίδων μυθιστόρημα που ξεκίνησε αρχικά ως μια κωμική συνέχεια της πολυδιαβασμένης νουβέλας του Θάνατος στη Βενετία και αναδείχθηκε ως ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα αποτύπωσης όχι απλώς του γερμανικού αλλά συνολικότερα του ευρωπαϊκού πνεύματος στη λογοτεχνία.

Ανάμεσα στις γραμμές του ανακλώνται οι βασικές καταστατικές αρχές, από την κλασική αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, που απέδωσαν σε αυτή την ήπειρο την πνευματική της υπόσταση, καθώς και οι κυριότερες αντικρουόμενες ιδέες που τη συνέστησαν. Το Μαγικό βουνό έρχεται στο τέλος μια μακριάς ευρωπαϊκής πορείας, σαν δίαυλος ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, στην πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της, τον όλεθρο του παγκοσμίου πολέμου, να καταδείξει την αυτοκαταστροφική της τάση.

H αδιόρατη και μυστική σχέση της ασθένειας με τον έρωτα και vis versa.

Στις σελίδες του η ασθένεια παρουσιάζεται ως μια κατάσταση υπερτονισμένα σαρκική που προσφέρει σπάνια εκλέπτυνση των αισθήσεων του ασθενούς, μεταφράζεται ως ένα είδος σωματικού ηδονισμού με την οποία επανεμφανίζεται ο αποκλεισμένος και καταπιεσμένος έρωτας. «Το σύμπτωμα της ασθένειας ήταν καλυμμένη ερωτική δραστηριότητα και κάθε αρρώστια παραλλαγμένος έρωτας» υποστηρίζει ο μυστικιστής ιατρός του κέντρου Δρ. Κροκόφκι απευθυνόμενος στο πάσχον κοινό του. Πρόκειται για τον ακατάπαυστο πυρετό που ρίχνει τον Χανς Κάστορπ από τις πρώτες μέρες στο κρεβάτι και προέρχεται από τα τσερκέζικα μάτια της Ρωσίδας Κλάβντια Σοσά, όπως παλιότερα από αυτά του Πσίμπισλαβ Χίππε, έναν έρωτα τόσο εμμονικό και αφηρημένο, που καταλήγει απρόσωπος. Ο αληθινός έρωτας είναι επικίνδυνος και σκοτεινός, μια παρέκβαση στο κακό, δεν αποδίδεται με ήσυχα ερωτικά τραγουδάκια, είναι ένα με τον θάνατο στον βαθμό της σαρκικότητας, της παντοδυναμίας και της ανηθικότητας.

Mία πραγματεία περί του ζητήματος του χρόνου.

O Mαν ακολουθεί τη μπερξονική πραγμάτευση της έννοιας του χρόνου, κατά την οποία ο πραγματικός-συνυφασμένος με τη ζωή χρόνος αποτελεί ζήτημα εσωτερικής αίσθησης και όχι μια μετρήσιμη και αντικειμενικοποιημένη έννοια. Η κίνηση της ύπαρξης δεν προσδιορίζεται με απόλυτα μεγέθη, μπορεί να συρρικνωθεί, να διασταλεί, να ανασταλεί, να εξανεμισθεί, να ξεθωριάσει ή να καταργηθεί ανάλογα με το βιωματικό στοιχείο, την υποκειμενική ανθρώπινη εμπειρία. Εν προκειμένω, ο χρόνος για τον Χανς Κάστορπ στο Μπέργκχοφ, μέσα από την απαράλλαχτη κανονικότητα της καθημερινότητας και την αποκοπή από τον έξω κόσμο, έχει απολέσει κάθε ιδιαίτερη και απόλυτη σημασία που έχει στα πεδινά, πλησιάζοντας το σχήμα της άχρονης αιωνιότητας. Ο Χανς Κάστορπ έπειτα από μερικούς μήνες παραμονής του στο ορεινό θεραπευτικό κέντρο χάνει κάθε αίσθηση της μεταβολής του χρόνου με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να αποφανθεί πόσα χρόνια, μήνες ή μέρες έχουν παρέλθει από την άφιξή του.

Mία επιτομή των ιδεών και των συγκρούσεων που συνέστησαν αυτό που σήμερα αποκαλείται σύγχρονο ευρωπαϊκό πνεύμα.

Αυτή η δυναμική και εξελισσόμενη έννοια, το πνεύμα το οποίο προέκυψε από τη σύνθεση των εσωτερικών αντιθέσεών του, των διαφορετικών αρχών και αξιακών τάσεων που εμφανίστηκαν στη διάρκεια της ευρωπαϊκής ιστορίας, ενσαρκώνεται συμβολικά με απόλυτη ενάργεια στα πρόσωπα δύο «παιδαγωγών» που αναλαμβάνουν ανταγωνιστικά καθοδηγητικό ρόλο απέναντι στον νεαρό Χανς Κάστορπ. Από τη μία ο Ιταλός ουμανιστής και ελευθεροτέκτονας Λοντοβίκο Σεττεμπρίνι, που εκπροσωπεί το πνεύμα του διαφωτισμού και του κλασικισμού προτάσσοντας την ανωτερότητα της επιστήμης και της καπιταλιστικής αστικής δημοκρατίας, και από την άλλη ο εβραϊκής καταγωγής σκοταδιστής ιησουίτης Λέων Νάφτα, υπέρμαχος του μεσαιωνικού μυστικισμού και μιας μορφής χριστιανικού κομμουνισμού. Το απολλώνιο και το διονυσιακό στοιχείο αντιμάχονται εδώ. Οι λυσσαλέες λεκτικές συγκρούσεις μεταξύ τους (συμβολίζουν τις ιδεολογικές διαμάχες μέσα στους αιώνες της ευρωπαϊκής ιστορίας) αποδεικνύονται τόσο εξαντλητικές, ώστε οι δύο αντίμαχοι να καταλήγουν σε εσωτερικές αντιφάσεις, ανταλλαγή θέσεων και έλλειψη σαφήνειας των πρωτότυπων θέσεων προμηνύοντας την εποχή της κατάπτωσης των ευρωπαϊκών αξιών.

Eνα μυθιστόρημα διάπλασης (Bildungsroman).

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Χανς Κάστορπ ασκείται στις υψηλές ιδέες, οδηγείται στην ενδελεχή εξέταση της ζωής και του θανάτου και σε ένα σημείο ενορατικής διαύγειας διαπιστώνει ότι: «Ο άνθρωπος είναι κύριος των αντιθέσεων, υπάρχουν μέσω αυτού, και επομένως αυτός είναι ευγενέστερος από αυτές. Ευγενέστερος από τον θάνατο, πολύ ευγενής για τον θάνατο – αυτή είναι η ελευθερία του μυαλού του. Ευγενέστερος από τη ζωή, πολύ ευγενής για τη ζωή – αυτή είναι η ευλάβεια στην καρδιά του». Όμως, παρά την παιδευτική διαδικασία από την οποία διέρχεται ο πρωταγωνιστής κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο ορεινό ίδρυμα, επιστρέφοντας στα πεδινά στο τέλος του μυθιστορήματος δεν διαπιστώνεται σε αυτόν κανένα σημάδι ωρίμανσης, κάποιος ανώτερος βαθμός αυτοσυνείδησης ή σταθερής κοσμοαντίληψης. Ο Χανς Κάστορπ εξακολουθεί να αποτελεί πάνω από όλα ένα «βασανοπαίδι της ζωής» που άγεται και φέρεται από τον επιβλητικά ακατανόητο Μυνχέερ Πέπερκορν και από τις μεταφυσικές ικανότητες της 'Ελλεν Μπραντ και το οποίο εξαφανίζεται στα μονοπάτια της ιδεολογικής διαμάχης με τον ίδιο τρόπο που εξαφανίζεται στα φριχτά πεδία μάχης του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου.

Το Μαγικό βουνό, πέραν όλων των άλλων, είναι πρωτίστως και στην ουσία του ένα έργο τέχνης που «στόχος του είναι να παρέχει ευχαρίστηση, να ψυχαγωγεί και να αναζωογονεί, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο Μαν στο άρθρο «Πώς γράφτηκε το Μαγικό βουνό» στο επίμετρο του βιβλίου.

Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα έργο με τόσο αρμονική και αισθητική σύνθεση των θεματικών και των ιδεών του, φτιαγμένο περισσότερο για το θυμοειδές παρά για το έλλογο, ώστε ομοιάζει περισσότερο με μουσικό κομμάτι και την απόλαυση που προκύπτει από αυτό. Θα μπορούσε, επομένως, να διαβαστεί σαν μία συμφωνία, ένα έργο αντίστιξης. Σε αυτό συνηγορούν επίσης και η προτροπή του ίδιου του συγγραφέα να διαβάσει κάποιος, ει δυνατόν, το μυθιστόρημα δύο φορές –όσες φορές δηλαδή χρειάζεται κανείς να ακούσει ένα μουσικό κομμάτι για να το γνωρίσει καλύτερα και να το ευχαριστηθεί– καθώς και η εκτεταμένη χρήση του Leitmotiv που υιοθετεί στον λόγο του επηρεασμένος από τη χρήση του στις όπερες του Βάγκνερ. Πρόκειται για ένα εμβληματικό συμβολικό μυθιστόρημα του ευρωπαϊκού πνεύματος που αποτελεί μία δυνατή αναγνωστική εμπειρία και ένα έργο-παρακαταθήκη για το πολιτισμικό μέλλον αυτής της ηπείρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου