Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι

Ο Johann Heinrich Pestalozzi (1746-1827) θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους του σύγχρονου σχολείου, που εχει στόχο την τόνωση της δραστηριότητας του μαθητή.

Ο Πεσταλότσι ίδρυσε αρκετά εκπαιδευτικά ιδρύματα, τόσο στις γερμανόφωνες, όσο και στις γαλλόφωνες περιοχές της Ελβετίας και συνέγραψε πολλά έργα που εξηγούσαν τις επαναστατικές νέες ιδέες και αρχές του για την εκπαίδευση. Σύνθημά του ήταν «Μάθηση με το κεφάλι, με το χέρι και με την καρδιά». Χάρη στον Πεσταλότσι ο αναλφαβητισμός στην Ελβετία εξαλείφθηκε σχεδόν τελείως μέχρι το 1830.

Συγγραφική δραστηριότητα (1780–1797)

«Οι απογευματινές ώρες ενός ερημίτη»

Το 1780 ο Πεσταλότσι δημοσίευσε ανωνύμως στο Die Ephemerides μία σειρά κειμένων με γενικό τίτλο Οι απογευματινές ώρες ενός ερημίτη. Πρόκειται για τα πρώτα κείμενά του που διατυπώνουν τις ιδέες οι οποίες αργότερα θα τον χαρακτήριζαν.

Λεονάρδος και Γερτρούδη

Ο Πεσταλότσι γνώριζε την αγροτική ζωή της υπαίθρου πολύ περισσότερο από τους άλλους συγγραφείς. Από αυτές τις εμπειρίες έγραψε 4 τόμους μιας ιστορίας με τίτλο Λεονάρδος και Γερτρούδη. Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τις ζωές 4 χαρακτήρων: της Γερτρούδης, του Γκλύφι (Glüphi), ενός ανώνυμου εφημέριου κληρικού και του Άρνερ. Η Γερτρούδη είναι μια σύζυγος και μητέρα από το χωριό Μπόναλ, που διδάσκει τα τέκνα της πώς να ζουν ηθικές ζωές με την πίστη και την αγάπη στον Θεό. Ο δημοδιδάσκαλος Γκλύφι βλέπει την επιτυχία της Γερτρούδης με τα παιδιά της και επιχειρεί να εφαρμόσει τις διδαχές της στο σχολείο του. Ο εφημέριος επίσης τις υιοθετεί. Ο Γκλύφι και ο κληρικός βοηθούνται από τον Άρνερ, έναν πολιτικό που τους εξασφαλίζει κρατική υποστήριξη. Μέσα από τους 4 αυτούς θεσμούς (οικογένεια-σχολείο-εκκλησία-πολιτεία) επιτυγχάνεται αρμονία και εγκύκλιος παιδεία προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους.

Ο πρώτος τόμος ήταν πολύ επιτυχημένος στη Γερμανία και στην Ελβετία, αλλά οι άλλοι τρεις δεν διαβάστηκαν πολύ. Ο Πεσταλότσι είχε σχεδιάσει και πέμπτο και έκτο τόμο, αλλά το χειρόγραφο του 5ου χάθηκε κατά το ταξίδι του στο Παρίσι το 1804 και δεν είναι γνωστό αν γράφτηκε ποτέ ο έκτος τόμος.

Χριστόφορος και Ελισάβετ, Schweizerblatt

Ο Πεσταλότσι έγραψε το Χριστόφορος και Ελισάβετ το 1782 ως μια σειρά βραδινών συζητήσεων για να θέσει θέματα κοινωνικής και πολιτικής διαφθοράς. Μια εβδομαδιαία εφημερίδα, η Schweizerblatt, ιδρύθηκε και έπαυσε να εκδίδεται το ίδιο έτος, με τον Πεσταλότσι να είναι για λίγο αρχισυντάκτης της.

Οι έρευνές μου πάνω στην πορεία της φύσεως στην ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους

Το 1794 ο Πεσταλότσι επισκέφθηκε την αδελφή του στη Λειψία. Κατά την επίσκεψή του εκεί συνάντησε τον Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, τον Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ και τον Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ.

Στο ταξίδι της επιστροφής γνώρισε και τον Γιόχαν Γκότλιμπ Φίχτε. Ο Φίχτε είδε στις ιδέες του Πεσταλότσι το κλειδί για την επίλυση του εκπαιδευτικού προβλήματος και τον προέτρεψε να γράψει για τις απόψεις του σχετικά με την ανθρώπινη φύση και το πρόβλημα της αναπτύξεώς της. Μετά από τρία χρόνια, το 1797, ο Πεσταλότσι έγραψε και δημοσίευσε το Οι έρευνές μου πάνω στην πορεία της φύσεως στην ανάπτυξη του ανθρώπινου γένους.

Αυτό το έργο σημείωσε το τέλος της 18χρονης κύριας «συγγραφικής περιόδου» του παιδαγωγού, κατά την οποία ζούσε φτωχικά με την οικογένειά του. Η σύζυγός του ήταν συχνά άρρωστη και το 1797 ο γιος τους επέστρεψε σπίτι από τη μαθητεία του στη Βασιλεία σε παρόμοια κατάσταση υγείας.

Στανς (1799)

Οταν η δουλοπαροικία καταργήθηκε στην Ελβετία το 1798, ο Πεσταλότσι απεφάσισε να γίνει εκπαιδευτικός.Συνέταξε ένα σχέδιο για ένα σχολείο και το υπέβαλε στον Φίλιπ Άλμπερτ Στάπφερ, τον νέο υπουργό Τεχνών και Επιστημών, ο οποίος το ενέκρινε. Ο Πεσταλότσι δεν μπόρεσε να εφαρμόσει το σχέδιο αμέσως, καθώς δεν στάθηκε δυνατή η εξεύρεση εγκαταστάσεων, οπότε στο μεταξύ του ζητήθηκε να αναλάβει την εφημερίδα Helvetisches Volksblatt.

Το 1798, όταν ο γαλλικός στρατός εισέβαλε στην πόλη Στανς, πολλά παιδιά έμειναν άστεγα και ορφανά. Η ελβετική κυβέρνηση ίδρυσε ορφανοτροφείο και προσέλαβε τον Πεσταλότσι στις 5 Δεκεμβρίου 1798 για να αναλάβει διευθυντής του. Δύο μόλις ημέρες αργότερα ο Πεσταλότσι έφθασε στο Στανς.

Τα κτίσματα του κοινοβίου των Ουρσουλίνων στο Στανς θα μετατρέπονταν στο ορφανοτροφείο. Στις 14 Ιανουαρίου 1799 έφθασε μια ομάδα ορφανών, που όπως γράφει ο Πεσταλότσι, «ήσαν σε απαίσια κατάσταση, τόσο στο σώμα, όσο και στον νου». Ανέλαβε πολλούς ρόλους: σχολάρχη, υπηρέτη, πατέρα, φύλακα, νοσοκόμου και δασκάλου. Δεν είχε σχολικά υλικά και μοναδική του βοηθός ήταν μία οικονόμος.

Εθεσε ως στόχο τον συνδυασμό εκπαιδεύσεως και πρακτικής εξασκήσεως με εργασία. Η κάθε δραστηριότητα θεωρείτο από αυτόν ως ένας τρόπος να εξασκήσει τη φυσική δεξιότητα, να προαγάγει την αποτελεσματικότητα και να ενθαρρύνει την αλληλοβοήθεια μεταξύ των παιδιών. Επιθυμούσε να καλλιεργήσει τις θεμελιώδεις δραστηριότητες του νου: «τις δυνάμεις τις προσοχής, της παρατηρητικότητας και της μνήμης, που πρέπει να προηγούνται της κρίσεως και να είναι καλώς εδραιωμένες προτού ασκηθεί η τελευταία». Στο Στανς ο Πεσταλότσι αντιλήφθηκε τη σημασία μιας γενικής παιδαγωγικής μεθόδου, την οποία θα επιχειρούσε να εφαρμόσει σε άλλα ιδρύματα αργότερα.

Τον Ιούνιο του 1799 ο γαλλικός στρατός, μετά την ήττα του από τους Αυστριακούς, επανακατέλαβε το Στανς. Χρειαζόταν το κάθε διαθέσιμο κτίσμα για να στεγασθεί και έτσι κατάργησαν το ορφανοτροφείο-σχολείο του Πεσταλότσι. Ακόμα και σε αυτό το περιορισμένο χρονικό διάστημα, η επιτυχία του Πεσταλότσι ήταν προφανής. Αφήνοντας το Στανς, κοίταξε την υγεία του διαμένοντας στο Γκούρνιγκελ των Άλπεων, ελπίζοντας να επιστρέψει όταν θα ήταν και πάλι διαθέσιμα τα κτήρια, αλλά δεν του επιτράπηκε.

Μπούργκντορφ (1800–1804)

Ο Στάπφερ μετέθεσε τον Πεσταλότσι σε δημοτικό σχολείο στο Μπούργκντορφ. Στο σχολείο αυτό δεν ευδοκίμησε, καθώς ο παπουτσής που το διοικούσε προηγουμένως δεν συμφωνούσε με τις ιδέες του, ωστόσο μπόρεσε σύντομα να μεταφερθεί σε ένα άλλο στην ίδια πόλη. Τα παιδιά ήταν πέντε ως οκτώ ετών. Εκεί ο Πεσταλότσι συνέχισε τις έρευνες και τα πειράματά του στην παιδαγωγική που είχε αρχίσει στο Στανς.

Κάποιος φίλος τού συνέστησε ένα βιβλίο, το Vous voulez mecaniser l'education, για την εφαρμογή της ψυχολογίας στην παιδαγωγική επιστήμη. Παρά το ότι ο Πεσταλότσι δεν γνώριζε καλά τη γαλλική, όσο μπόρεσε να καταλάβει «έρριξε μια πλημμύρα φωτός πάνω στην όλη προσπάθειά μου». Βασικά το βιβλίο επιβεβαίωνε τις ιδέες που είχε αναπτύξει στο Νόυχοφ, στο Στανς και τώρα στο Μπούργκντορφ, σύμφωνα με τις οποίες όλη η κατανόηση από το παιδί μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μία ψυχολογικώς διατεταγμένη ακολουθία.

Τον Ιανουάριο του 1800, ένας νεαρός βοηθός διδασκαλίας, ο Χέρμαν Κρύζι (Hermann Krüsi), προσφέρθηκε να τον βοηθήσει, έχοντας ήδη κάποια πρακτική εμπειρία στη διδασκαλία και ακολουθώντας το παράδειγμά του. Μετά από οκτώ μήνες διδασκαλίας, ο Πεσταλότσι αξιολογήθηκε από τις αρχές, που τον επαίνεσαν για την πρόοδο των μαθητών του: δεν τους είχε απλώς μάθει μέσα στο διάστημα αυτό να διαβάζουν τέλεια, αλλά και να γράφουν, να σχεδιάζουν και να κατανοούν την αριθμητική. Η διεύθυνση εκπαιδεύσεως τον προήγαγε σε διευθυντή στο «ανώτερο» δημοτικό αρρένων, όπου συνέχισε τα παιδαγωγικά του πειράματα.

Ενθαρρυμένος από την επιτυχία του, τον Οκτώβριο του 1800 ο Πεσταλότσι πήρε την απόφαση να ανοίξει ένα άλλο σχολείο στο Μπούργκντορφ, το «Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο για παιδιά των μεσαίων τάξεων», με έδρα τον Πύργο του Μπούργκντορφ, που του παραχωρήθηκε από την πολιτεία. Εκεί προσλήφθηκαν δύο ακόμα εκπαιδευτικοί, οι Γιόχαν Γκέοργκ Τόμπλερ και Γιόχαν Κρίστοφ Μπυς (Büss). Στο ίδρυμα αυτό ο Πεσταλότσι συστηματοποίησε και κωδικοποίησε πολλες από τις μεθόδους και ιδέες του για την εκπαίδευση.

Πώς η Γερτρούδη διδάσκει τα παιδιά της (1801)

Για δεύτερη φορά ο Πεσταλότσι προσέλκυσε ως συγγραφέας έναν ευρύ κύκλο αναγνωστών με την έκδοση του Πώς η Γερτρούδη διδάσκει τα παιδιά της. Το βιβλίο αυτό άσκησε μεγάλη επίδραση στη γνώμη για την εκπαίδευση και στην πρακτική της. Είναι γραμμένο με τη μορφή 14 επιστολών του Πεσταλότσι προς τον φίλο του Χάινριχ Γκέσνερ, έναν βιβλιοδέτη στη Βέρνη. Τα τρία πρώτα γράμματα περιγράφουν το πώς ο ίδιος, ο Κρύζι, ο Τόμπλερ και ο Μπυς έφθασαν στη σημερινή τους θέση στο Μπούργκντορφ. Οι επιστολές από την τέταρτη μέχρι την ενδέκατη παρέχουν τις σκέψεις και τις εμπειρίες του στην παιδαγωγική διδασκαλία και την εκπαιδευτική θεωρία. Η δωδέκατη αφορά τη φυσική αγωγή και οι δύο τελευταίες την ηθική και θρησκευτική εκπαίδευση. Ο σκοπός του Πεσταλότσι στο βιβλίο αυτό ήταν να δείξει ότι, ανάγοντας τη γνώση στα στοιχεία της και κατασκευάζοντας μία σειρά από ψυχολογικώς διατεταγμένες ασκήσεις, ο καθένας μπορούσε να διδάξει τα παιδιά του αποτελεσματικά.

Εξαιτίας της επιτυχίας του βιβλίου, άνθρωποι από όλη την Ελβετία και τη Γερμανία έρχονταν να δουν το σχολείο του Πύργου. Το «Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο» μεγάλωσε, αλλά ο Πεσταλότσι ακόμα αισθανόταν ότι δεν έπραττε αρκετά. Αν και οικονομικώς επιτυχημένο, το σχολείο δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει αυτό που ποθούσε ο Πεσταλότσι: να εκπαιδεύσει τα παιδιά των φτωχών. Προς τούτο έγραψε στην ελβετική κυβέρνηση ότι επιθυμούσε περισσότερες ευκαιρίες να εκπαιδεύσει τα φτωχά παιδιά. Αφού έστειλε δύο επιτρόπους να ερευνήσουν το έργο του και μετά από τη θετική τους αναφορά, η κυβέρνηση μετέτρεψε το σχολείο σε εθνικό ίδρυμα. Το κράτος θα πλήρωνε το προσωπικό και θα χρηματοδοτούσε την έκδοση συγγραμμάτων του. Με αυτή τη βοήθεια ο Πεσταλότσι δημοσίευσε το 1803 τρία βιβλία: Το αλφαβητάριο της αισθητηριακής αντιλήψεως, Μαθήματα στην παρατήρηση των αριθμητικών σχέσεων και Το βιβλίο των μητέρων.

Ταξίδι στο Παρίσι (1804)

Η πολιτική μεταβολή που επέφερε ο Ναπολέων Α΄ εκείνη την εποχή έθεσε σε κίνδυνο το ίδρυμα του Πεσταλότσι μέσω μεταρρυθμίσεων στο ελβετικό κράτος. Μια εθνική αντιπροσωπεία στάλθηκε από την Ελβετία στο Παρίσι να ενημερωθεί από τον Ναπολέοντα και ο Πεσταλότσι εκλέχθηκε ως μέλος της. Προτού αναχωρήσει, δημοσίευσε τις ιδέες του για την πολιτική προσπάθεια, ένα μοναδικό κείμενο στο έργο του, που δείχνει τον σύνδεσμο της πολιτικής με το κοινωνικό και εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Ο Ναπολέων πάντως δεν έδειξε ενδιαφέρον για το έργο του Πεσταλότσι.

Επιστρέφοντας στη χώρα του, ο Πεσταλότσι βρήκε τη νέα κυβέρνηση της Ελβετίας να αμφισβητεί το δικαίωμά του να χρησιμοποιεί τον Πύργο του Μπούργκντορφ. Τον ειδοποίησαν ότι οι υπηρεσίες του δεν χρειάζονταν πλέον, διότι ο πύργος χρειαζόταν για τους δικούς τους υπαλλήλους. Για να μην επικριθούν από τους πολίτες, οι αρχές προσέφεραν στον Πεσταλότσι τη χρήση ενός παλιού μοναστηριού στο Μυνχενμπούχζε. Ο παιδαγωγός είχε προτάσεις και από άλλες πόλεις να ιδρύσει εκεί σχολή, αλλά στο τέλος απεφάσισε να δεχθεί την κρατική πρόταση. Τον Ιούνιο του 1804 το έργο του στο Μπούργκντορφ έλαβε τέλος.

Μυνχενμπούχζε (1804-1805)

Η διαμονή του Πεσταλότσι στο Μυνχενμπούχζε ήταν σύντομη. Στο κοντινό χωριό Χόφβιλ υπήρχε ένα άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα υπό τη διεύθυνση του Φίλιπ Εμάνουελ φον Φέλενμπεργκ. Οι συνάδελφοι του Πεσταλότσι τον έπεισαν να συνεργασθεί με τον Φέλενμπεργκ για να σχεδιάσουν το νέο ίδρυμα στο Μυνχενμπούχζε. Ο Πεσταλότσι όμως διαφώνησε με τον Φέλενμπεργκ και μετά από μήνες σχεδιασμών αποφασίσθηκε η μεταφορά του ιδρύματος στο Υβερντόν.

Υβερντόν (1805-1825)

Πέρασε τους πρώτους μήνες του εκεί χάρη σε ένα χρηματικό δώρο από τον Βασιλιά της Δανίας Χριστιανό Ζ΄. Τότε έγραψε το Απόψεις και εμπειρίες σχετικά με την ιδέα της Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως.

Τον Ιούλιο του 1805 άνοιξε το ίδρυμα του Υβερντόν, προσελκύοντας επισκέπτες και μαθητές από όλη την Ευρώπη. Πολλές κυβερνήσεις απέστειλαν τους δικούς τους εκπαιδευτικούς για να μάθουν από τον Πεσταλότσι, ώστε να εφαρμόσουν ένα παρόμοιο σύστημα στις δικές τους χώρες. Τον Μάιο του 1807 άρχισε να εκδίδεται το Die Wochenschrift fur Menschenbildung, έντυπο που εξέδιδε το ίδρυμα, με τακτικές φιλοσοφικές συζητήσεις για την παιδεία και αναφορές προς τους γονείς και το κοινό σχετικά με την πρόοδο του ιδρύματος. Στο ίδρυμα του Υβερντόν τα πράγματα διέφεραν στο ότι εκπαιδεύονταν και μαθητές γυμνασίου, ενώ διδάσκονταν εκτός της γερμανικής η γαλλική, η λατινική και η αρχαία ελληνική γλώσσα, μαζί με γεωγραφία, φυσική ιστορία, ιστορία, λογοτεχνία, γεωμετρία, αγρονομία, σχέδιο, συγγραφή και τραγούδι.

Με την πάροδο του χρόνου ο Πεσταλότσι αισθανόταν πως οι συνάδελφοί του απομακρύνονταν από αυτόν και τις ιδέες του. Διαφορετικές απόψεις εκδηλώθηκαν από τους Νήντερερ και Σμιντ. Ο πρώτος είχε κερδίσει σε επιρροή μέσα στο ίδρυμα και προσέθεσε διδακτικά αντικείμενα που οι διδάσκοντες δεν ήταν σε θέση να διδάξουν. Ο δεύτερος διετύπωνε ανοικτά τις επικρίσεις του και οι διαφωνίες αυξάνονταν στο προσωπικό του ιδρύματος. Το 1809 και το 1810 οι επικρίσεις ήταν τόσες, ώστε ο Νήντερερ εισηγήθηκε στον Πεσταλότσι να έρθει μια αντικειμενική επιτροπή από το υπουργείο για να αποτιμήσει την αποδοτικότητα του ιδρύματος. Ο Πεσταλότσι συμφώνησε, παρά τις αντιρρήσεις του Σμιντ, και το 1810 η επιτροπή επισκέφθηκε το ίδρυμα. Η αναφορά της έκρινε ευνοϊκά τις ιδέες του Πεσταλότσι, αλλά όχι τις πρακτικές του ιδρύματος.

Ο Πεσταλότσι αισθάνθηκε ότι δεν είχε αποδοθεί δικαιοσύνη. Ο Σμιντ παραιτήθηκε από τη θέση του και ούτε ο Πεσταλότσι, ούτε ο Νήντερερ μπορούσαν να καλύψουν τη θέση του ως καθηγητή των μαθηματικών. Παρά την εκτύπωση και πώληση βιβλίων, μόνο με τη βοήθεια φίλων μπόρεσε το ίδρυμα να σταθεί στα πόδια του μέχρι το 1815, οπότε επέστρεψε ο Σμιντ. Στο μεταξύ ο Πεσταλότσι είχε γράψει τα αυτοβιογραφικά έργα Κύκνειο άσμα και Πεπρωμένο της ζωής, που εκδόθηκαν το 1826 σε έναν τόμο με τίτλο Το Κύκνειο άσμα του Πεσταλότσι.

Μετά τον θάνατο της συζύγου του Πεσταλότσι το 1815, ο Κρύζι παραιτήθηκε από το ίδρυμα και ακολούθησε ο Νήντερερ το 1817. Ο Πεσταλότσι τότε ζήτησε τη βοήθεια του Σμιντ. Ο Σμιντ μπόρεσε να βγάλει 2.500 λίρες εκδίδοντας έναν συγκεντρωτικό τόμο έργων του Πεσταλότσι. Το ίδρυμα παρέμεινε ενεργό για μια δεκαετία ακόμη, κατά την οποία ο Πεσταλότσι προσπαθούσε να πείσει τους Νήντερερ και Κρύζι να επιστρέψουν. Το 1825 το ίδρυμα έκλεισε εξαιτίας ελλείψεως πόρων.

Ο Πεσταλότσι επέστρεψε στο παλιό του σπίτι στο Νόυχοφ και εξέδωσε το Το Κύκνειο άσμα του Πεσταλότσι. Αυτό προκάλεσε πικρές αντιδράσεις από τους Φέλενμπεργκ και Νήντερερ. Ο Πεσταλότσι αρρώστησε και δύο ημέρες αργότερα πέθανε στο Μπρουγκ της Ελβετίας σε ηλικία 81 ετών. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Συγχωρώ τους εχθρούς μου. Ας βρουν τώρα ειρήνη, στην οποία εγώ τώρα πηγαίνω για πάντα.»

Ιδέες

Οι εκπαιδευτικές του μέθοδοι ήταν με κέντρο το παιδί και βασίζονταν πάνω στις ατομικές διαφορές, στην αισθητηριακή αντίληψη και στη δραστηριότητα του μαθητή. 

Η φιλοσοφία του για την εκπαίδευση βασιζόταν σε μία θεώρηση «τεσσάρων σφαιρών» για τη ζωή και στο ότι η ανθρώπινη φύση είναι κατά βάθος καλή. Οι πρώτες τρεις «εξωτερικές» σφαίρες (οικογένεια, επαγγελματική και ατομική αυτοπραγμάτωση, κράτος και έθνος) είχαν ως κέντρο την εφαρμογή της σχέσεως γονέα-παιδιού στην κοινωνία με τη διαμόρφωση του χαρακτήρα, της στάσεως προς τη μάθηση και της αίσθησης του καθήκοντος. Η τελευταία σφαίρα ήταν η εσωτερική ειρήνη και πίστη στον Θεό, που προκύπτει από την εκπαίδευση που έχει παράσχει το μέσο για την ικανοποίηση των βασικών υλικών αναγκών.

Ο αστεροειδής 2970 Πεσταλότσι (Pestalozzi), που ανακαλύφθηκε το 1978, ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του Γιόχαν Χάινριχ Πεσταλότσι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου