Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Το φανταστικό διήγημα και το επιστημονικά θαυμαστό

Παράλληλα και σε αντίθεση με τήν τη στροφή στην πραγματικότητα και ως απόρροια μιας βαθιά αμφιθυμικής αντιμετώπισης της επιστήμης, μια σειρά από αλλόκοτες γυναίκες-μαριονέτες, ανθρωπόμορφα νευρόσπαστα και ανθρώπινα είδωλα εγκαθίστανται στο χώρο της λογοτεχνίας του 19ου αιώνα και είναι άμεσα συνυφασμένα με τους γερμανούς ρομαντικούς συγγραφείς.

Ο διαχωρισμός αυτόματου/ανθρώπου υποχωρεί, η επιστήμη και η τεχνολογία δεν περιορίζονται πλέον στην αναπαραστατική λειτουργία του κόσμου, αφήνοντας στον Θεό τη δημιουργία του, αλλά εισχωρούν στο κειμενικό σώμα, διεκδικώντας τη δυνατότητα κατασκευής και ύπαρξης του τεχνητού ανθρώπου.

Ο άνθρωπος-κούκλα αποτελεί σύνθετο προϊόν του ρομαντικού ρεύματος, της μαγείας και της μυστικιστικής διάστασης, των απόκρυφων επιστημών και της αμφίσημης στάσης του ανθρώπου έναντι των επιτευγμάτων της επιστήμης. Τα φώτα του ορθολογισμού που έλουζαν το θέαμα των αυτόματων σβήνουν και σκοτεινές εικόνες ανθρώπινων ομοιωμάτων αναφαίνονται μέσα στη νύχτα, ωθούμενες από τον τρόμο του κόσμου της επιστήμης.

Τα τεχνητά πλάσματα ενοικούν ως πρόσωπα το χώρο της φανταστικής λογοτεχνίας και ιδιαίτερα του φανταστικού διηγήματος, έλκοντας την καταγωγή τους τόσο από τα αυτόματα και τα τελευταία επιτεύγματα της ιατρικής και της φυσικής, όσο και από ανθρωπόμορφους αλχημικούς μύθους.

Αναδύονται από το γοτθικό μυθιστόρημα, προβάλλοντας την αβεβαιότητα της συνείδησης έναντι της αυξανόμενης κυριαρχίας της μηχανής και υποδηλώνοντας την άκαρπη προσπάθεια ελέγχου της τεχνολογίας. Δημιουργούν έτσι το παράδοξο του αυτόματου που «συμπυκνώνει παρελθόν και παρόν, επιστήμη και μη επιστήμη, ζωή και θάνατο, μυθολογία και ιδεολογία» (Beaune, 19).

Στη νουβέλα Ζάντμαν (Sandman ή Αμμάνθρωπος, 1816) του Γερμανού συγγραφέα Ερνστ Τέοντορ Αμαντέους Χόφμαν (E. T. A. Hoffmann, 1776-1822), ο δικηγόρος Κοπέλιους μαζί με τον πατέρα τού μικρού Ναθαναήλ επιδίδονται σε αλχημιστικά πειράματα, τα οποία όμως αποτυγχάνουν. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Ναθαναήλ στέκεται «μαρμαρωμένος στο παράθυρο κοιτάζοντας διαρκώς την ουράνια ομορφιά της Ολυμπίας» (Χόφμαν,173), της απόκοσμης και αινιγματικής κόρης του καθηγητή της φυσικής Σπαλαντσάνι. Θα την ερωτευτεί παράφορα και θα ξεχάσει την αρραβωνιαστικιά του την Κλάρα, ενώ ο φίλος του Ζίγκμουντ θα εκφράσει την εύλογη απορία του: «Τη βρίσκουμε άκαμπτη και χωρίς ψυχή. […] Το βήμα της είναι τόσο περίεργα μετρημένο, κάθε κίνηση φαίνεται σαν αποτέλεσμα κουρδισμένου μηχανισμού. […] είχαμε την εντύπωση πως παριστάνει απλώς τη ζωντανή» (Χόφμαν, 178-179).

Η Ολυμπία, τεχνητό μηχάνημα και γυναικείο ανδρείκελο που παίζει πιάνο και χορεύει, λειτουργεί ως η απόλυτη ψευδαίσθηση του έρωτα, καταστρατηγώντας τη σχέση του πρωταγωνιστή με την πραγματικότητα. Μια μηχανική σκιά, μια ξύλινη κούκλα που λειτουργεί ως εξιδανικευμένη ερωτική μηχανή, πιο ερωτεύσιμη και πιο πραγματική από την αληθινή Κλάρα, την οποία ο Ναθαναήλ, σε μια έκρηξη θυμού έχει αποκαλέσει «καταραμένο άψυχο ανδρείκελο» (Χόφμαν, 169).

Όταν ο πρωταγωνιστής, αποφασισμένος να παντρευτεί την Ολυμπία, παρευρίσκεται άθελά του σ’ έναν καβγά μεταξύ του Σπαλαντσάνι και του Κοπέλιους και αντιλαμβάνεται πως η αγαπημένη του δεν είναι παρά ένα ανδρείκελο, τότε τρελαίνεται.

Στο διήγημα του Χόφμαν, το αυτόματο βρίσκεται πλέον στο διάμεσο μεταξύ ανθρώπου και μηχανής· η ανησυχητική ομοιότητα της Ολυμπίας με αληθινή γυναίκα καταργεί τα όρια που χωρίζουν το ζωντανό από το μηχανικό, το έμψυχο από το τεχνητό. Η δύναμη του αυτόματου, που παρεισφρέει δυναμικά ως αφηγηματικό πρόσωπο στο χώρο της φανταστικής λογοτεχνίας του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, έγκειται στην ικανότητά του να απειλεί την ανθρώπινη πραγματικότητα και να προβάλλει ως άρνηση της μηχανής και της μηχανικής κατασκευής ως απλού αντίγραφου της ζωής. Αποκτά πλέον ανθρώπινες ιδιότητες, γίνεται αντικείμενο του πόθου και δυναμοποιείται αφηγηματικά χάρη στην αμφισημία της πραγματικότητας και τα θολά διαχωριστικά όρια μεταξύ αληθινού και μη αληθινού της φανταστικής λογοτεχνίας. Έτσι, σ’ αυτό συνυπάρχουν αρμονικά ο ρασιοναλισμός, οι επιστήμες και οι ανακαλύψεις της τεχνολογίας μαζί με το μυστικισμό, τη μαγεία, την αλχημεία και την παραψυχολογία.

Στην ίδια κατηγορία αυτόματων μηχανικού τύπου εντάσσεται και η Ανταλί στο μυθιστόρημα L’Ève future του Βιγιέ ντε Λιλ Αντάμ (Auguste de Villiers de L’Isle-Adam, 1838-1889), το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1880 σε επιφυλλίδες: ένα ηλεκτρο-μηχανικό γυναικείο πλάσμα με τεχνητό σώμα, κατασκευή του εφευρέτη και μάγου Έντισον. Γεμάτος έπαρση, ο επιστήμονας αναφωνεί πως το δημιούργημά του δεν έχει καμία σχέση με κάθε «προσβλητική καρικατούρα» του ανθρώπινου είδους, όπως τα αυτόματα του Αλβέρτου, του Βοκανσόν του Μέλτζελ, και ότι «το αντίγραφο αυτό της Φύσης θα κατακρημνίσει το πρωτότυπο, χωρίς να πάψει να φαίνεται ζωντανό και νέο» (De L’Isle Adam, 104).

Ο μυθιστορηματικός αυτός προάγγελος του ρομπότ προβάλλει την εικόνα της τέλειας τεχνητής γυναίκας, αναπληρώνοντας τις σωματικές και ψυχικές ανεπάρκειες δύο αληθινών γυναικών, της άσχημης Εβελίν και της ανόητης μικροαστής Αλίσια. Η Ανταλί είναι μια πανέμορφη γυναίκα, την οποία βλέπεις χωρίς να μπορείς να αγγίξεις, αφού όποιος το τολμήσει θα κεραυνοβοληθεί από ηλεκτρικές εκκενώσεις. Πρόκειται για ένα μηχανικό κατασκεύασμα που εξάρει με τον καλύτερο τρόπο την εξέλιξη του επιστημονικού λόγου το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ενσωματώνοντας την πληθώρα των θεωριών και των ανακαλύψεων: από τον θετικισμό και τον ηλεκτρισμό ως την υπνοβασία και την τηλεπάθεια· ένα ιδανικό που ενσαρκώνει την αφηρημένη ιδέα της γυναίκας, αντικατοπτρίζοντας έτσι άριστα τις αντιφάσεις της ανθρώπινης παρέμβασης στη δημιουργία της ζωής: «τι είναι αυτό το μηχανικό κατασκεύασμα που μιμείται τη ζωή χωρίς να τη γεννά, ποια απουσία θεών μετατρέπει το ρομπότ σε μορφή θανάτου και τη Μελλοντική Εύα σε γυναίκα ανέγγιχτη;» (Grange, 1982).

 Βρίσκεται συνεπώς σε διαμετρικά αντίθετη θέση με μυθολογικές μορφές όπως η Γαλάτεια, υπέρτατο δώρο των θεών στον άνθρωπο, συνδετικός κρίκος μεταξύ ουρανού και γης, μετουσιωμένος πόθος σε ύλη, που δίνει ζωή και χαρά.

Ακραία λογοτεχνική εκδοχή της παραβίασης της φυσικής τάξης πραγμάτων αποτελεί το τέρας με τους κατασκευασμένους ιστούς, προϊόν γενετικών χειρισμών, στο γνωστό μυθιστόρημα της Μαίρης Σέλλεϋ (Mary Shelley, 1797-1851) Frankenstein (1831). Με τον Χόφμαν και τη Σέλλεϋ έχουμε δύο είδη ανθρωποειδούς ομοιώματος, το μηχανικό και το βιολογικό, τα οποία ωστόσο ανήκουν στην ίδια κατηγορία υπερφυσικού σύμφωνα με την ταξινόμηση του Τοντόροφ, στο merveilleux scientifique (επιστημονικά θαυμαστό), όπως αποκαλούσαν στη Γαλλία του 19ου αιώνα αυτό που σήμερα ονομάζουμε επιστημονική φαντασία (Todorov, 1970, 61-62).

Το ανθρωποειδές ομοίωμα, περισσότερο επιστημονικό και λιγότερο αλχημικό κατασκεύασμα, αναδύεται ως αφηγηματική εικόνα/πρόσωπο τον 19ο αιώνα, είτε προσλαμβάνοντας εναγώνια υπερφυσική και απειλητική διάσταση είτε μορφοποιώντας την αλλότρια αίσθηση που προκαλεί το ερωτικό αντικείμενο του πόθου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου